Στις 25 Ιανουαρίου 2012 είχα εκφράσει στα social media το εξής: Διερωτώμαι αν ποτέ οι κ.κ. Σαρκοζί και Μέρκελ θα αντιληφθούν ότι στις Κάνες αποδόμησαν τον μοναδικό παράγοντα σταθεροποίησης της ελληνικής δημόσιας ζωής. Τώρα ας ψάξουν το καπάκι της χύτρας που σκάει. Νομίζω ότι σήμερα φαίνεται ρεαλιστική αυτή η «επιθετική» τοποθέτηση. Οι ξένες κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο και τα διεθνή μέσα ενημέρωσης «ανησυχούν» για το αποτέλεσμα των ελληνικών εκλογών. Ας πρόσεχαν.
Όταν διατύπωσα αυτή την άποψη είχα υπόψη μου τα εξής δεδομένα:
α/ Την εικόνα ενός πολιτικού αρχηγού που το κόμμα του φαινόταν να παίρνει το πάνω χέρι στις πολιτικές εξελίξεις: τον Αντώνη Σαμαρά. Έναν πολιτικό αρχηγό που την ώρα που κρινόταν η παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη δεν κατάφερε να αντισταθεί στην πολιτική εμμονή του ότι το μνημόνιο και η συνταγή του ήταν ζήτημα διαπραγμάτευσης και όχι μοναδική δυνατότητα επιβίωσης της χώρας, ακόμη και με τα λάθη της τρόικας ή και της τότε ελληνικής κυβέρνησης. Η πολιτική αυτή εμμονή του τον οδήγησε στο αδιέξοδο και εν τέλει στον πολιτικό ζογκλερισμό της υπογραφής και προσυπογραφής πάντων των δεσμεύσεων απέναντι στην τρόικα. Ο ίδιος προφανώς θεωρεί ότι οι πολίτες δεν μπορούν να διαπιστώσουν την ασυνέπεια και τα αργά ταχυδακτυλουργικά του.
Μια δεύτερη πολιτική εμμονή του ήταν το «εκλογές εδώ και τώρα» από το φθινόπωρο του 2011. Οδήγησε και αυτή στο αδιέξοδο για τη ΝΔ της «κυβέρνησης ειδικού σκοπού» που αναγκάστηκε να λειτουργήσει σχιζοφρενικά και σε διαρκές προεκλογικό κλίμα. Το εκλογές τέλη Γενάρη, έγινε εκλογές Φλεβάρη, εκλογές Απρίλη και (εκ των πραγμάτων και χωρίς ακόμη να έχει ολοκληρωθεί ο «ειδικός σκοπός») εκλογές Μάη. Ο ίδιος προφανώς θεωρεί ότι δεν μπορεί να αντιληφθεί ο μέσος πολίτης ότι θυσίασε το συμφέρον της χώρας, που ήταν μια απερίσπαστη κυβέρνηση Παπαδήμου για όσο χρόνο απαιτηθεί για τη σταθερότητα της πορείας της χώρας, μπρος στη βουλιμία του να κατευθύνει αυτός τις πολιτικές εξελίξεις.
Η τρίτη πολιτική εμμονή του ήταν ο Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ. Δεν μπορώ να ξέρω τι ιδιαιτερότητες μπορεί να έχει η από παλιά φιλική του σχέση με τον Παπανδρέου αλλά η φράση «έδιωξα τον Παπανδρέου και τώρα θα διώξω και το ΠΑΣΟΚ» ως προς το πρώτο πρόσωπο αναφοράς και το ρήμα που χρησιμοποιεί αποδεικνύει και πάλι εμμονή, την οποία προφανώς δεν έχει και πρόβλημα να την επιδείξει αν λάβουμε υπόψη μας το παραπάνω απόφθεγμα. Προφανώς θεωρεί ότι οι πολίτες δεν θυμούνται την προσπάθειά του το καλοκαίρι του 2011 να παρουσιάσει ότι δήθεν ο Παπανδρέου παραιτήθηκε ενώπιόν του, όταν ήδη ο ίδιος ο Παπανδρέου επαναλάμβανε πως «εάν θεωρείται ότι η παρουσία μου είναι το πρόβλημα στην προσπάθεια συγκρότησης μιας κυβέρνησης συνεργασίας τότε δεν έχω καμιά αναστολή από το να παραιτηθώ».
Η τέταρτη πολιτική εμμονή του αφορά την μη συμμετοχή του σε κυβερνητικό σχήμα συνεργασίας. Έκανε ό,τι μπορούσε για να μην προκύψει η κυβέρνηση συνεργασίας, εφευρίσκοντας ακόμη και το σόφισμα της μη συμμετοχής κοινοβουλευτικών του στελεχών στην κυβέρνηση (με την παράλληλη πολιτική εμμονή του να μην είναι το Κομμουνιστικό Κόμμα αξιωματική αντιπολίτευση) και να δηλώνει συνεχώς ότι δεν πρόκειται να συνεργαστεί ούτε με το ΠΑΣΟΚ ούτε με κανέναν άλλον μετά τις εκλογές. Προφανώς θεωρεί ότι με αυτόν τον τρόπο θα εκβιάσει με ακυβερνησία σε οποιαδήποτε περίπτωση μη αυτοδυναμίας του. Θεωρεί ότι οι πολίτες δεν αντιλαμβάνονται ότι οδηγεί τη χώρα σε νέο αδιέξοδο με τη διενέργεια νέων εκλογών όπου και πάλι, εν τέλει, η λύση θα είναι (μετά τα σχετικά ταχυδακτυλουργικά) η αποδοχή μιας κυβέρνησης συνεργασίας.
Η πέμπτη του πολιτική εμμονή αφορά στις δηλώσεις του για επαναλαμβανόμενες εκκλογές μέχρι την επίτευξη αυτοδυναμίας από τη ΝΔ. Το δήλωσε πρώτη φορά στη Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης και παρότι δέχθηκε κριτική συνεχίζει να επιμένει ακόμη και σήμερα.
Προφανώς μπορούμε να εντοπίσουμε και άλλες πολιτικές εμμονές. Είναι δυνατόν να στηρίζεται η χώρα στην πλέον κρίσιμη περίοδο της σύγχρονης ιστορίας της σε έναν πολιτικό αρχηγό που διέπεται από τόσες;
β/ Την τάση που είχε εδραιωθεί μέσα στο ΠΑΣΟΚ, να τελειώνουμε με τον Παπανδρέου εδώ και τώρα. Η αποσταθεροποίηση του είχε την πρώτη της σοβαρή κορύφωση τον Ιούνιο του 2011 και βρήκε την πλήρη της διέξοδο στην αποδόμηση μετά τις Κάννες και τη δήλωση περί δημοψηφίσματος. Αλήθεια όλοι αυτοί οι σημερινοί υπερπατριώτες (είναι της μόδας) ασχέτως κόμματος στο οποίο ανήκουν, γιατί δεν στήριξαν, όχι το περιεχόμενο της πρότασης, στο οποίο μπορούν βεβαίως να διαφωνούν, αλλά το δικαίωμα του Έλληνα πρωθυπουργού να απευθύνεται στο λαό της χώρας του και τον καταδίκασαν ως αποσταθεροποιητή της σχέσης με την Ευρώπη και τον διεθνή παράγοντα;. Δυστυχώς χρονικά όρια και διαδικαστικοί όροι τιθονταν επαναλαμβανόμενως προκειμένου ορισμένοι να είναι σίγουροι ότι η εποχή Παπανδρέου παρήλθε ανεπιστρεπτί.
Ακόμη και όταν ο Παπανδρέου σε κοινή σύσκεψη του πολιτικού συμβουλίου, των κοινοβουλευτικών εκπροσώπων και των υπουργών που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ έδειχνε πλήρως εξοικειωμένος με την πλήρη αποχώρηση, οι περισσότεροι κοίταζαν μη τυχόν και χαθεί η κληρονομιά. Η κατάσταση αυτή δημιούργησε μία ακόμη αποσταθεροποιητική παράμετρο για τη χώρα αλλάζοντας πλήρως το κέντρο βάρους και τις ισορροπίες μέσα σε ένα ούτως ή άλλως κλυδωνιζόμενο από τα επαχθή μέτρα κυβερνητικό κόμμα. Αποτέλεσμα η πλήρης αποδόμηση κάθε συνοχής της κοινοβουλευτικής ομάδας και στην ουσία η διάλυσή της. Στα αξιοσημείωτα βεβαίως ανήκει το γεγονός ότι όλοι εκείνοι οι βουλευτές που αποτελούσαν αστάθμητο παράγοντα στις δύσκολες ψηφοφορίες του 2010 και του 2011 έγιναν ξαφνικά μπετόν στις ψηφοφορίες του 2012 όπως επίσης και εκείνοι που έστω με πόνο ψυχής υπερψήφιζαν το 2010 και το 2011 καταψήφιζαν το2012!
γ/ Μια αριστερά ανεύθυνη, λαϊκιστική, εξτρεμιστική στα λόγια και ανούσια στην πολιτική της λειτουργία. Μια αριστερά που πέρα από τις παραδοσιακές -δήθεν προοδευτικές- διαχρονικές αγκυλώσεις, έδειξε πρόθυμη να υιοθετήσει και να καλύψει πολιτικά συμπεριφορές ακραίες, αντιδημοκρατικές, αυταρχικές. Όλοι θυμόμαστε (πως είναι δυνατόν άραγε να το ξεχάσουμε) την αυτάρεσκη και συγχρόνως απειλητική δήλωση του κ. Τσίπρα στην ολομέλεια τη Βουλής «δεν θα τολμάτε να βγαίνετε στον δρόμο» ή το περίφημο «τσεκούρι και φωτιά στους προσκυνημένους» του κ. Καραθανασόπουλου από το ΚΚΕ. Όλως τυχαίως δυνάμεις και συνιστώσες της λεγόμενης ριζοσπαστικής αριστεράς συνυπήρξαν συγκοινωνοί με την φασίζουσα εθνικιστική δεξιά στα κινήματα των αγανακτισμένων, τα οποία ως δια μαγείας εξαφανίστηκαν μετά την εξαγγελία του δημοψηφίσματος. Αλήθεια το αίτημα για άμεση δημοκρατία δικαιώθηκε; Προφανώς όχι, απλά κάποιοι πέτυχαν τους στόχους τους εκμεταλλευόμενοι την εύλογη αγωνία του λαού.
δ/ Μια ανερχόμενη και ακτιβιστική ακροδεξιά, που έκανε τους βουλευτές του ΛΑΟΣ να δείχνουν οι καλοί μαθητές του κοινοβουλευτικού συστήματος. Η πιο επικίνδυνη ακροδεξιά που τράφηκε όμως αργά και σταθερά από την «πατριωτική» ρητορική και το υβρεολόγιο της αριστεράς, που συνεχίζει να μην αντιλαμβάνεται ότι η διεθνής απομόνωση της χώρας δεν θα γίνει με σφυροδρέπανα αλλά με μαιάνδρους και σβάστικες.
Σήμερα λοιπόν πολίτες και πολιτικό σύστημα οδεύουν εν μέσω πλήρους ανασφάλειας, χωρίς στόχο, χωρίς όραμα, χωρίς δύναμη και έμπνευση σε μια επόμενη μέρα που δεν μπορούν να προσδιορίσουν ούτε καν στοιχειωδώς. Γι’ αυτό και κανείς δεν εμπιστεύεται κανέναν.
Τι θα γίνει όμως;
Μήπως «οι εκλογές από μόνες τους θα δώσουν τη λύση»;
Μήπως το δόγμα «στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα» είναι αρκετό;
Μήπως ένα κοινοβούλιο απότοκο της απόγνωσης και της αντίδρασης μπορεί να εγγυηθεί μια καλύτερη μέρα;
Μήπως η εκτόνωση των εκλογών αρκεί για να «ηρεμήσουν τα πράγματα»;
Ή μήπως όταν γίνουν κι αυτές και αποδειχθεί ότι έχουμε πάλι τα ίδια και χειρότερα αδιέξοδα η κοινωνία θα αντιδράσει ακόμη πιο καταθλιπτικά ή ακόμη πιο βίαια;
Είναι προφανές ότι ο κοινοβουλευτικός συσχετισμός την επόμενη των εκλογών θα είναι πολύ πιο πολύπλοκος και δύσκολος σε συνεργασίες. Οι ηγεσίες θα αμφισβητηθούν στα περισσότερα κόμματα λόγω της μη ικανοποιητικής τους επίδοσης. Οι εμμονές και οι ανασφάλειες των ηγεσιών αυτών θα πολλαπλασιαστούν.
Παρότι υπάρχει η πεποίθηση ότι η κυβέρνηση Παπαδήμου λειτούργησε παιδευτικά για ενδεχόμενη απόκτηση κουλτούρας συνεργασιών, στην πραξη δεν διαπιστώνεται κάτι τέτοιο. Άλλο να καλείσαι να υλοποιήσεις συμβατικές υποχρεώσεις της χώρας σου και άλλο να πρέπει να συμφωνήσεις σε σημαντικά ζητήματα αρχών και πολιτικής κατεύθυνσης όπως το μεταναστευτικό, το κοινωνικό κράτος, οι αποκρατικοποιήσεις, το νέο ασφαλιστικό και το νέο φορολογικό.
Θεωρητικά σε αυτό το αδιέξοδο μόνο δύο λύσεις μπορώ να δω. Ή θα συνεχιστεί το ιδιότυπο βουλευτικό trafficking μεταξύ των κομμάτων σχηματίζοντας νέο κομματικό χάρτη και νέες μετεκλογικές πλειοψηφίες (αλήθεια τότε θα ξαναβγούν κάποιοι να μιλήσουν για έλλειψη πολιτικής εξουσιοδότησης όπως στο μνημόνιο ή την κυβέρνηση Παπαδήμου;) ή θα υπάρξει πλήρης κατάρρευση των δεδομένων κομματικών σχημάτων (ιδίως της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ) με συρρίκνωσή τους σε μικρά παλαιοδογματικά κόμματα και θα δημιουργηθούν νέοι πολιτικοί σχηματισμοί.
Και στις δύο περιπτώσεις δύο είναι τα πολιτικά διακυβεύματα. Το πρώτο να γίνει κάθε προσπάθεια προκειμένου η χώρα να αποφύγει την περαιτέρω οικονομική κατάρρευση και την πτώχευση και το δεύτερο ο νέος πολιτικός χάρτης να βρίσκεται σε προοδευτικό προσανατολισμό. Είδαμε οι μέντορες του συντηρητισμού Μέρκελ και Σαρκοζί που οδήγησαν την Ευρώπη. Η επικείμενη νίκη Ολάν και η ενδεχόμενη ήττα της Μέρκελ του χρόνου, πρέπει να βρει τη χώρα μας έτοιμη με κοινωνική και κοινοβουλευτική πλειοψηφία σε προοδευτική κατεύθυνση.
Τα αδιέξοδα της κρίσης μας έχουν οδηγήσει όλους σε κοινωνική και πολιτική ευαισθητοποίηση και ωρίμανση. Ας μην χάσουμε τον δρόμο αυτό. Συλλογικές λειτουργίες παντού και όπου μας αφορά μέσα στην κοινωνία και σε οτιδήποτε δημιουργικό. Κοινωνική αλληλεγγύη και κοινωνική συμμετοχή στο πλέον άμεσο επίπεδο, στους συμπολίτες μας, είναι ο δρόμος που θα επιταχύνει την κοινωνική μας ευαισθητοποίηση, την κοινωνική μας ωρίμανση και θα δημιουργήσει δυνάμεις και ρεύματα πολιτικής δράσης. Μέσα από αυτή τη διαδικασία θα αναδειχθούν χωρίς σκοπιμότητες και οι αρχές και τα πρόσωπα.
Δεν χρειάζεται να γνωριζόμαστε από την αρχή. Θα βρεθούμε και θα γνωριστούμε στην πορεία. Και θα εντυπωσιαστούμε από το άμεσο και τρανταχτό αποτέλεσμα. Δεν ηττάται ο καπιταλισμός όπως νομίζει η αριστερά. Ηττάται η πολιτική και η οικονομία με απόντα τον άνθρωπο. Γι’ αυτό πρέπει να επιστρέψουμε στην κοινωνία, στους συμπολίτες μας, στην κοινή δράση, στην κοινή παραγωγή αγαθών και ιδεών. Όλα τα άλλα θα έρθουν αβίαστα.