5 Μαΐ 2018

ΜΝΗΜΕΣ 5ης ΜΑΐΟΥ 2010


Ήταν τέτοια μερα πριν ακριβώς οκτώ χρόνια. Μετά την ψυχρολουσία του διαγγέλματος στο Καστελόριζο είχε έρθει η ώρα να γίνει η θεωρία πολιτική πραγματικότητα. Να περάσει από τη Βουλή το Μνημόνιο. Είχα μια αγαπημένη γωνιά στα γραφεία της Ιπποκράτους. Ήταν στον Τομέα Επιστημόνων. Οι σύντροφοι είχαν στον τοίχο μια τεράστια φωτογραφία του Ανδρέα σχεδόν σε φυσικό μέγεθος, με τα χέρια ανοιχτά σαν να ήθελε να αγκαλιάσει όλο τον κόσμο αλλά και καθένα μας ξεχωριστά. Κάθε φορά που ζοριζόμουν πήγαινα εκεί και τον κοίταζα. Κι αναρωτιόμουν τι θα έλεγε ή τι θα έκανε αν ζούσε. Και προσπαθούσα να μείνω κοντά στις αρχές του, σε ένα ανθρώπινο βέβαια επίπεδο στο οποίο ανήκα και όχι στο δικό του, το υπερφυσικό, που μόνον αυτός μπορούσε. Εθνική Ανεξαρτησία, Λαϊκή Κυριαρχία, Κοινωνική Απελευθέρωση. Χωρίς να ξέρω το περιεχόμενο του πρώτου μνημονίου ήμουν βέβαιος ότι αυτό που θα άκουγα στη συζήτηση στη Βουλή δεν θα υπηρετούσε καμία από τις βασικές αυτές αρχές του Κινήματος που την αντικειμενική του ευθύνη είχα ως Γραμματέας. Όπως καταλαβαίνετε φυσικά και δεν το είχα διαβάσει όπως όλοι οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ. Αλλά καταλάβαινα περί τινος επρόκειτο. Η χώρα στον γύψο. Και έπρεπε να το ψηφίσω. Δεν υπήρχε ο χρόνος ακόμη και για τη δυνατότητα να παραιτηθείς. Όφειλες να το ψηφίσεις. Και το ψηφίσαμε. Καλύτερα να είσαι αυτός που ψήφισε το Μνημόνιο παρά αυτός που πτώχευσε τη χώρα και στην έστειλε σε άλλη ήπειρο.
Με μηχανή οι αστυνομικοί της φρουράς του ΠΑΣΟΚ με πήγαν στη Βουλή. Αυτοκίνητο δεν περνούσε. Είχα πλάνο υποστήριξης της ψυχολογίας κάποιων βουλευτών που είχαμε πληροφορίες ότι ίσως δεν το άντεχαν. Για κάποιους είχαμε ήδη πάρει απόφαση ότι πήδηξαν από το πλοίο, γιατί ήταν πολύ … αριστεροί και πολύ … ηθικοί για μια τέτοια ψήφο. Το ότι αυτοί σήμερα είναι ενεργοί και με ρόλο στα πράγματα θεωρείστε το σύμπτωση.
Στον δρόμο υπήρχε ο αέρας της εκτροπής. Τα Εξάρχεια έβραζαν, οι δρόμοι αποκλεισμένοι από διμοιρίες των ΜΑΤ, περίεργοι κρότοι ακουγόντουσαν από διάφορες μεριές. Μύριζε βία. Είχαν γίνει κι άλλες μεγάλες πορείες διαμαρτυρίας ενόψει μνημονίου αλλά την μέρα εκείνη πραγματικά μύριζε αίμα. Μπήκα στη Βουλή αλλά αντί να πάω στην αίθουσα, μπας και αντιληφθώ το μέγεθος του γύψου που έμπαινε η χώρα, δεν μπόρεσα να αντισταθώ και έκανα αυτό που έκανα κάθε φορά που γινόταν μεγάλη διαδήλωση. Πήγα στο ένα από τα μπροστά παράθυρα του Κοινοβουλίου και παρακολουθούσα το τι γίνονταν έξω. Από την αγωνία των παιδιών των ΜΑΤ που τους έβαζαν σαν ποντικούς στη φάκα μπροστά στο «Μεγάλη Βρετανία», αποκομμένους από τις υπόλοιπες αστυνομικές δυνάμεις, να αναμένουν την επίθεση των μολότωφ και των κομματιών των μαρμάρων της πλατείας Συντάγματος, μέχρι τον θυμό των κυμάτων των ειρηνικών διαδηλωτών που έστελναν τσουνάμι ενέργειας προς το Κοινοβούλιο που σε μια πρόταση μπορούσες να το πεις «Εσείς φταίτε, πρέπει να πληρώσετε εσείς», μέχρι τους περίεργους κουκουλοφόρους που λες και επιζητούσαν πλέον όχι το μπάχαλο της αναρχικής τους έκστασης αλλά κάτι παραπάνω. Κάτι που να κάνει το σύστημα να τρικλίζει, να καταρρέει. Και μέσα στη Βουλή; Μια Αξιωματική Αντιπολίτευση που … δεν ήξερε τίποτε για το έγκλημα. Ένας ΣΥΡΙΖΑ που κάγχαζε, μεθούσε πολιτικά, απειλούσε, ήθελε να βγει στην Πλατεία και να οδηγήσει εκείνος μέσα το πλήθος, να εκπορθήσει τι; Το μόνο σημείο που μπορούσε θεσμικά να προστατευθεί η Δημοκρατία μας και να καθοδηγήσει τον λαό στην δύσκολη περίσταση. Ακόμη ηχεί στα αυτιά μου ο κ. Τσίπρας που σε μια από τις παρεμβάσεις του αργότερα στη Βουλή μας ξεκαθάρισε: Δεν θα σας αφήνουμε να βγείτε από τα σπίτια σας. Κι αυτός ο άνθρωπος, αυτός ο πολιτικός ηγείται του κοινοβουλευτικού μας συστήματος. Το μόνο κόμμα που είχε ωριμότητα το ΚΚΕ. Τα στελέχη του διαδήλωναν αλλά και περιφρουρούσαν. Δεν φόρεσαν ποτέ κουκούλες ούτε μάτωσαν τα πεζοδρόμια της Αθήνας. Όσο για το περίφημο πάλαι ποτέ συνδικαλιστικό του ΠΑΣΟΚ, δεν ήταν απλά στις πορείες (ως όφειλε), ήταν και στις πλατείες των αγανακτισμένων, ένα κλικ πριν καταλήξουν «πακέτο» στον ΣΥΡΙΖΑ. Προσωπικά το είχα έγκαιρα διαγνώσει, όταν δεχόμουν τους προπηλακισμούς, στον έκτο όροφο της Ιπποκράτους από συνδικαλιστές που ήθελαν τα έμμισθα οφίτσια των υπουργών του Παπανδρέου, που φυσικά –στην συντριπτική τους πλειοψηφία- δεν τους τα έδωσαν. Κάποια στιγμή και ενώ τα κύματα των διαδηλωτών έσκαγαν στις σειρές των ΜΑΤ όλο και πιο κοντά, κάποιος, μάλλον δημοσιογράφος, μου είπε: Έχουμε νεκρούς σε κατάστημα της MARFIN … Η πρώτη μου σκέψη ήταν: Αυτό ήταν τελείωσε. Η οργή θα ξεχυλίσει, θα πλημμυρίσει το Κοινοβούλιο, καταλύεται το πολίτευμα, χάος … Δεύτερη σκέψη: Όχι χύθηκε αίμα. Υπήρξε θυσία. Θα λειτουργήσει κατευναστικά. Μετά από λίγη ώρα –προφανώς καθώς από στόμα σε στόμα διαδίδονταν τα νέα- σαν να έσβησαν οι μηχανές του μίσους. «Κάθισαν» τα πάντα. Κι έμειναν τα αποκαίδια και τα σπασμένα μάρμαρα. Η θυσία πάντα έφερνε την κάθαρση στις τραγωδίες.