20 Αυγ 2018

ΕΧΕΤΕ ΜΠΕΡΔΕΥΤΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΜΟΥΦΤΗΔΕΣ ΑΛΛΑ ΜΗ ΒΑΡΑΤΕ ΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ


Παρακολούθησα τις τελευταίες μέρες σειρά δημοσιεύσεων που αναφερόντουσαν σε δηλώσεις του βουλευτή Ξάνθης του ΣΥΡΙΖΑ κ. Γρηγόρη Στογιαννίδη, σχετικά με τον ορισμό τοποτηρητών και το ενδεχόμενο εκλογής μουφτήδων στην ελληνική Θράκη.
Ο Γρηγόρης Στογιαννίδης δεν είπε κάτι εσφαλμένο και πολύ περισσότερο μεμπτό ως προς τα εθνικά συμφέροντα. Και εξηγούμαι αναφέροντας την δική μου θέση.
            Καταρχήν θα αποφύγω να αναφερθώ στο θέμα της σαρία. Κατά τη γνώμη μου πολύ χαμός για το τίποτα. Σε χώρα του σκληρού πυρήνα της Ε.Ε. το ευρωπαϊκό κεκτημένο καλύπτει τα πάντα. Και οι μειονοτικοί συντοπίτες μου κάνουν τις επιλογές τους όπως και οι πλειονοτικοί. Θέλουν να είναι πιστοί πολύ, λίγο, καθόλου, να ακολουθούν θρησκευτικές παραδόσεις ή όχι, πρόβλημα του καθενός. Η συντριπτική πλειοψηφία νιώθει, σκέπτεται και ενεργεί ευρωπαϊκά. Πολύ πιο ευρωπαϊκά από κάποιες οπισθοδρομικές κοινωνίες «κάτω από το αυλάκι» που οι παππούδες τους διορίστηκαν χωροφύλακες. Το ότι δημιουργήθηκαν νομικά προβλήματα τα προηγούμενα χρόνια ήταν περισσότερο θέμα ανικανότητας των μουφτήδων και ατολμίας των δικαστών, παρά ουσιαστικό πρόβλημα.
Πάω λοιπόν στο αμιγώς πολιτικό κομμάτι. Το ελληνικό κράτος είχε κάνει ένα –από τα πολλά- λάθος του στο θέμα των μουφτήδων διορίζοντας α-νε-παρ-κέ-στα-τους μουφτήδες όταν χήρεψαν οι θέσεις. Φοβικό όπως πάντα όρισε πρόσωπα «του χεριού του», τα οποία προκειμένου να παραμείνουν στη θέση τους -και να εισπράττουν μισθό και μπαξίσια- ήταν διατεθειμένα όχι μόνο την λέξη Τουρκία να ξεχάσουν αλλά ενδεχομένως και τη λέξη Αλλάχ! Χαρακτηριστικό παράδειγμα η άρνηση των απερχομένων μουφτήδων να … παραιτηθούν όταν το ελληνικό κράτος τους το ζήτησε, φέρνοντας σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση ανώτατα στελέχη της ελληνικής κρατικής μηχανής. Η επιλογή αυτή δικαίωνε στα μάτια των μειονοτικών την επιχειρηματολογία των διαφόρων επίδοξων «ηγετών» της μειονότητας,  περί της προσπάθειας του ελληνικού κράτους να υποβαθμίσει τη θρησκευτική εκπροσώπηση-έκφραση των μουσουλμάνων σε αντίθεση με «τη μητέρα Τουρκία που πάντα ενδιαφέρεται για τα παιδιά της στην ελληνική Θράκη». Η αλλαγή αυτή λοιπόν έπρεπε να γίνει. Έπρεπε να γίνει προ πολλού. Σε αυτό το σημείο υπήρξε μια σχετική πολιτική σύγκληση. Παρέμειναν υπέρμαχοι των απερχομένων μουφτήδων όσοι βολεύτηκαν τόσα χρόνια από την ανεπάρκεια και τη φιλοχρηματία τους.
Οι δηλώσεις Στογιαννίδη δεν σόκαραν γι’αυτό. Αλλά γιατί μίλησε για εκλογή μουφτήδων. Και ξεσηκώθηκαν άπαντες να τον φάνε. Εκλογές έρχονται τα κόμματα κάνουν μικροπολιτική ακόμη και σε βάρος των θεμάτων με εθνική διάσταση. Σιγά μη χάσει την ευκαιρία η Νέα Δημοκρατία να γίνει αρεστή στις τάξεις των εθνικοφρόνων. Στα δικά της παιδιά, που για πρώτη φορά τόσο μαζικά αμφισβητούν τη σχέση με τη Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη. Από την άλλη μεριά όλοι αυτοί που τόσα χρόνια βγάζουν το ψωμί τους από την πατριδοκαπηλία, ελευθέρωσαν τις ιοβόλες γραφίδες τους. Κανάλια, μπλογκ, ραδιόφωνα, εφημερίδες, άρθρα παντού. Και μες στη σύγχυση να και η ανακάλυψη της αντεθνικής συμφωνίας. «Μας έδωσαν τους στρατιωτικούς τους δώσαμε τους μουφτήδες».
Λοιπόν θα σας σοκάρω. Είναι από τις λίγες φορές που δεν έχουμε κανένα λόγο να ανησυχούμε. Πάνε χρόνια τώρα που η ελληνική Πολιτεία απολύτως ορθολογιστικά και μεθοδικά, δρομολόγησε την ΕΠΙΛΥΣΗ ενός ζητήματος που έγινε πολλές φορές στα χέρια της Τουρκίας όπλο δυσφήμισης της χώρας μας διεθνώς αλλά και καραμέλα συσπείρωσης των Ελλήνων πολιτών με μουσουλμανικό θρήσκευμα κάθε φορά που το χρειάζεται η Τουρκία. Οι Έλληνες Πολίτες μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα έχουν ιστορική μνήμη. Γνωρίζουν ότι η «μητέρα Τουρκία» τους έχει χρησιμοποιήσει πολλές φορές ως αντίβαρο για άλλες επιδιώξεις της. Άλλωστε όταν κρινόταν το μέλλον της Δυτικής Θράκης η «μητέρα Τουρκία» επί της ουσίας δεν διεκδίκησε την ένταξή τους στην τουρκική επικράτεια αλλά τους χρύσωσε το χάπι με … «εθνικούς όρκους» του Κεμάλ. Κανείς λοιπόν στη Θράκη δεν τρώει κουτόχορτο. Ούτε παλιοελλαδίτικο, πολύ περισσότερο τουρκικό.
Σε τι συνίστατο η δικαιολογημένη αντίδραση του ελληνικού κράτους στην «εκλογή» μουφτήδων που επιχειρήθηκε προ ετών; Στο ότι με υποκίνηση του τουρκικού προξενείου και προκειμένου να αμφισβητηθούν οι ανεπαρκείς διορισθέντες μουφτήδες, διενεργήθηκαν μαζικές ψηφοφορίες δια ανατάσεως χειρός (αν τολμούσε κάποιος ας μην το σήκωνε) στα τζαμιά, γεγονός που οδηγούσε σε δημοψηφισματικούς συνειρμούς και σε πρόσδοση χαρακτήρα και πολιτικής εξουσίας στον «εκλεγέντα». Κάτι τέτοιο φυσικά δεν ήταν και δεν έγινε ανεκτό από το ελληνικό κράτος. Ωστόσο η κύρια επιχειρηματολογία των μειονοτικών, ότι δεν είναι δυνατόν έναν θρησκευτικό ηγέτη να τον υποδεικνύουν αλλόθρησκοι και μη θεολόγοι, έχει και λογική και  βάση. Συνεπώς ο δρόμος της εκλογής από ένα προκαθορισμένο από την ελληνική Πολιτεία σώμα θεολόγων φάνταζε ο μόνος δρόμος λογικής και σύνεσης. Το θέμα ήταν τα κριτήρια επιλογής του εκλεκτορικού σώματος. Κι εκεί εντοπίστηκε ένα μεγάλο κενό που είχε αφήσει η ελληνική πολιτεία. Δεν είχε πανεπιστημιακή Σχολή που να διδάσκεται το Ισλάμ στην Ελλάδα. Η έξαρση του ισλαμικού φονταμενταλισμού δεν αφήνει πολλά περιθώρια για πειραματισμούς. Γι’ αυτό και δημιουργήθηκε η Πανεπιστημιακή Σχολή στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Όταν λοιπόν έλθει η ώρα που θα μπορεί να συγκροτηθεί ένα αμιγώς θρησκευτικό εκλεκτορικό σώμα θεολόγων, που αξιόπιστα και χωρίς πολιτικές αναμείξεις, με αμιγώς θεολογικά κριτήρια, θα εκλέγει τον μουφτή, ενδεχομένως μέσα από λίστα προτιμητέων που θα έχει λόγο η ελληνική Πολιτεία τότε ναι. Να προχωρήσουμε στη θεσμοθέτηση της εκλογής των μουφτήδων. Που το πρόβλημα; Πώς εκλέγονται οι Μητροπολίτες; Πώς θα μας φαινόταν εάν αποφάσιζε η κυβέρνηση οι Μητροπολίτες να επιλέγονται από την κυβέρνηση χωρίς κανένα λόγο της ιεροσύνης και μάλιστα οι επιλογές να γινόταν με βάση το ποιος είναι αρεστός στην εκτελεστική εξουσία, ασχέτως πνευματικών χαρισμάτων; Δεν θα ξεσηκωνόταν το χριστεπώνυμο πλήθος από τον Έβρο μέχρι την Κρήτη;
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Αφήστε ήσυχο τον Γρηγόρη. Καλά τα είπε. Ίσως είπε λίγο παραπάνω από όσα του είπαν ότι μπορεί να πει. Και επιτέλους μη νιώθετε για όλα ανασφάλεια. Η ελληνική Πολιτεία έχει κάνει καλά τη δουλειά της στο θέμα αυτό. Ίσως καθοριστικό να είναι το ότι για πρώτη φορά υπήρξε Γενικός Γραμματέας υπουργείου που παρέμεινε στη θέση του (καθ’όλα άξιος) με κυβερνήσεις Παπανδρέου-Παπαδήμου-Πικραμένου-Σαμαρά-Θάνου-Τσίπρα επί επτά ολόκληρα χρόνια. Μήπως πρέπει να βάλουμε μυαλό και σε άλλα θέματα; Άντε μπας και αρχίσουμε να μαθαίνουμε.